Η ΣΤΕΊΡΙΔΑ ΚΑΙ ΤΟ ΣΤΕΊΡΙ ΣΤΟ WORDPRESS.COM

Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2012

Οι μάσκες και οι κουκούλες.

Tου Παντελή Μπουκάλα 

Τρεις δεκαετίες πριν, όταν ηγεμόνευε το ΠΑΣΟΚ, ο κ. Μητσοτάκης δήλωνε επιμόνως πως, αν βρεθεί στα πράγματα, θα ξηλώσει τη «17 Νοέμβρη» σε λίγα εικοσιτετράωρα. Ηταν η εποχή που κυριαρχούσαν σενάρια περί εμπλοκής υψηλών (ή και υψηλότατων) στελεχών του ΠΑΣΟΚ στην προστασία της τρομοκρατικής οργάνωσης. Ορισμένοι μάλιστα διατείνονταν ότι οι πράσινοι όχι απλώς την προστάτευαν, αλλά και την καθοδηγούσαν, χρησιμοποιώντας την για άθλιους σκοπούς. Και ήρθε κάποτε στα πράγματα ο κ. Μητσοτάκης, αλλά το αίνιγμα της «17Ν» παρέμεινε άλυτο και η τρομοκρατική οργάνωση συνέχισε την αιματηρή δράση της, ώσπου εξαρθρώθηκε επί ΠΑΣΟΚ – τυχαία.


Το πνεύμα της παλιάς μητσοτακικής δήλωσης ζήλεψε ο νυν πρόεδρος της Ν.Δ., ο οποίος, μετά τη νέα καταστροφή του αθηναϊκού κέντρου από ωμούς πυρπολητές, που, όπως και στη Μarfin, αδιαφορούσαν για το αν έθεταν σε κίνδυνο ανθρώπινες ζωές, είπε ότι, μόλις έρθει στα πράγματα, θα βγάλει την κουκούλα των «γνωστών αγνώστων» σε λίγα εικοσιτετράωρα. Οπως και ο ενδοπαραταξιακός πολέμιός του, ο κ. Σαμαράς μάς αφήνει να καταλάβουμε ότι κάποιοι στον κρατικό μηχανισμό ή στα (πράσινα) κυβερνητικά κλιμάκια ξέρουν ποιοι σαρώνουν την Αθήνα, δεν τους αποκαλύπτουν όμως. Και όχι μόνο δεν τους αποκαλύπτουν, αλλά τους καθοδηγούν, εκμεταλλευόμενοι τη δράση τους και εντάσσοντάς την σε σχέδια σκοτεινά.

Σαν πολιτευόμενοι που είναι, ο κ. Μητσοτάκης και ο κ. Σαμαράς θα έχουν μπει βέβαια σε καφενείο για δυο χειραψίες και τρία χαμόγελα. Και ακόμα κι αν εξαντλείται εκεί η σχέση τους με τους ιερούς χώρους του καφέ, της τράπουλας και της πολιτικολογίας, σίγουρα θα ξέρουν ότι κάθε θαμώνας οφείλει με τη σειρά του να πει με πάθος τη μοιραία φράση: «Μωρέ, κάντε με εμένα πρωθυπουργό για μια βδομάδα και θα δείτε». Και είναι τόσο σίγουροι ότι θα φέρουν τα πάνω κάτω, που δεν τους τρομάζει το απειλητικό τραγούδι του Μάρκου Βαμβακάρη, ξέρετε: «Οσοι γινούν πρωθυπουργοί όλοι τους θα πεθάνουν, τους κυνηγάει ο λαός απ’ τα καλά που κάνουν». Αλλο πράγμα ωστόσο είναι η μικρή και ανεπίσημη Βουλή των καφενείων, όπου η συνείδηση όλων είναι ελεύθερη, και άλλο η επίσημη Βουλή, όπου οι αρχηγοί επιτρέπουν στη συνείδηση των βουλευτών τους να λειτουργεί μόνο καθ’ υπαγόρευση.

Οταν λοιπόν ένας πολιτικός που κατά τα γκάλοπ βρίσκεται κοντά στην πρωθυπουργία λέει δημόσια, με ύφος πολεμικό, «κάντε με εμένα πρωθυπουργό και θα αποκαλύψω αμέσως τους κουκουλοφόρους», πρέπει η στάση του να ανταποκρίνεται στο βάρος των λόγων του. Πρέπει δηλαδή να εξηγήσει δυο–τρία τινά εδώ και σήμερα, όχι μετεκλογικά: τους ξέρει ήδη τους κουκουλοφόρους αλλά θα τους αποκαλύψει όταν ανέβει στον θώκο, αφήνοντάς τους έτσι με λυμένα χέρια ένα δίμηνο, μπορεί και παραπάνω; Και είναι υπεύθυνη μια τέτοια στάση; Ή μήπως θα τους μάθει μόλις γίνει πρωθυπουργός και πάρει στα χέρια του τους απόρρητους φακέλους, μόλις σπάσει τους κωδικούς και «ανακρίνει» τους επικεφαλής των αστυνομικών και των μυστικών υπηρεσιών; Οπότε, προς τι τα υπονοούμενα για τους κυβερνητικούς εταίρους του;

Η ιδέα του κ. Σαμαρά για τους «γνωστούς αγνώστους» είναι η ιδέα των ΜΜΕ: απολιτική, κομφορμιστική, μηχανιστική, αστυνομικίστικη. Είναι σαν να πιστεύουν όλοι τους πως αυτοί οι «τρακόσιοι–τετρακόσιοι», όπως λέγεται συνήθως, είναι ίδιοι με τα χρόνια, με ελάχιστες προσθαφαιρέσεις. Είναι δηλαδή μισή χιλιάδα μπαχαλόμαγκες που, ευκαιρίας δοθείσης, παίζουν το παιχνιδάκι της επανάστασης και μιας απαλλοτρίωσης που σε τίποτα δεν διαφέρει από το πλιάτσικο, και οι οποίοι ούτε αριθμητικά διαφοροποιήθηκαν ούτε ως προς τα γνωρίσματά τους. Και όμως. Και περισσότεροι είναι πια, και η ηλικία εισόδου στα κλειστά γκρουπ κατέβηκε από τη μια και ανέβηκε από την άλλη (αφού βγήκαν στο κουρμπέτι, από ανία ή απόγνωση, δεκαπεντάχρονοι αλλά και σαρανταπεντάχρονοι), και οι Ελληνες δεν είναι μόνοι, αφού δρουν μαζί με αλλοδαπούς, ορισμένους εκ των οποίων τούς μισθώνουν ενίοτε ημεδαπά ρεμάλια που εκτός από κουκούλα φορούν και μάσκα αντιεξουσιαστή.

Μόνο ο χαρακτηρισμός, «γνωστοί άγνωστοι», έχει μείνει ίδιος με τα χρόνια κι εκείνη η μιντιακή υπόνοια πως κάποιοι τους ξέρουν μα δεν τους αποκαλύπτουν. Γιατί οι «γνωστοί άγνωστοι» του ’80 δεν είναι ίδιοι με τους απλώς συνονόματούς τους του μιλένιουμ, των Ολυμπιακών, του 2008, τους σημερινούς. Τίποτα δεν έχει μείνει ίδιο. Ολα έχουν ανατραπεί, μαζί και οι αυταπάτες. Γιατί να μείνουν ίδιοι αυτοί; Ουδείς άλλωστε μπορεί να πιστεύει ότι γεννιούνται εκτός κόσμου και δεν ανατρέφονται από την ίδια την κοινωνία, σύμφωνα με τους δρόμους που παίρνει ή αποκλείει αυτή κάθε φορά και σύμφωνα με τις αξίες που λατρεύει. Σε ηθικοπνευματικό επίπεδο, η κοινωνική αδιαφορία ενός κουκουλοφόρου για κάποιο κτίριο είναι ίδια με την εθνική αδιαφορία ενός «ευγενούς» που, όσο φλυαρεί περί χρέους φορώντας τη μάσκα του πατριώτη, ασφαλίζει τα λεφτά του στο εξωτερικό.

Αν ο κ. Σαμαράς έβγαζε πενήντα ή εκατό κουκούλες, δεν θα βλέπαμε πενήντα ή εκατό ανθρώπους–ρεπλίκες, όμοιους στα πάντα – και σίγουρα δεν θα βλέπαμε εξωγήινους, πλάσματα δηλαδή που δεν είναι εικόνες της δικής μας κοινωνίας και δεν της μοιάζουν. Και πρακτοράκια θα αναγνωρίζαμε (αλλά δεν είναι αποκλειστικά δουλειά του παρακράτους η υπόθεση αυτή, όπως με τη δική της ιδεολογική μηχανική πιστεύει η Αριστερά), και ποινικούς θα βλέπαμε, και κοινούς εκβιαστές καταστηματαρχών, και απελπισμένους νεόπτωχους που εννόησαν κυριολεκτικά το παπανδρεϊκό «θα μας πάρουν με τις πέτρες», και εφήβους μαγεμένους από το θέαμα του εξεγερμένου εαυτού τους, και άστεγους με όλες τις σημασίες της λέξης, και αρχηγίσκους που ορκίζονται στην αντιεξουσία εξουσιάζοντας, και σπεσιαλίστες του δρόμου δοσμένους στο ατέλειωτο παιχνίδι της εκδίκησης. Θα βλέπαμε επίσης πολλούς, μάλλον όλο και περισσότερους, αφοσιωμένους στη βία, αλλά πια σε μια βία χωρίς κανένα ιδεολογικό περιτύλιγμα ή επίχρισμα.

Επιστρέφουν στην κοινωνία τον κυνισμό που εισέπραξαν; Αν συμβαίνει αυτό, δέκα θα «αποκαλύπτει» ο κ. Σαμαράς, εκατό θα κατεβαίνουν στους φραγμένους από τα εξαθλιωτικά Μνημόνια δρόμους, ίσως και δίχως κουκούλα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: