Η ΣΤΕΊΡΙΔΑ ΚΑΙ ΤΟ ΣΤΕΊΡΙ ΣΤΟ WORDPRESS.COM

Τετάρτη 2 Φεβρουαρίου 2011

"Η νέα οικονομία της αρπαγής"

Του Κώστα Βεργόπουλου


Oι Ευρωπαίοι πιστωτές του Ελληνικού Δημοσίου ανησυχούν για την ασφάλεια των πιστώσεών τους. Φοβούνται όλα τα ενδεχόμενα: στάση πληρωμών, πτώχευση, αναδιάρθρωση, αναδιαπραγμάτευση, επιμήκυνση, ιδίως από τη στιγμή που θα έχει αναγνωρισθεί παρόμοια δυνατότητα για τις οφειλέτριες χώρες το 2013 από το νεοπαγές Ευρωπαϊκό Ταμείο Νομισματικής Σταθερότητος. 

Όλων των ειδών οι φόβοι επικεντρώνονται στο ότι η ελληνική οικονομία έχει περιπέσει σε ύφεση, δεν παράγει νέο εισόδημα και συνεπώς το δημοσιονομικό αποτέλεσμα προβλέπεται ανεπαρκές για την αποπληρωμή του υψηλού χρέους της. Όμως, γιατί η ελληνική οικονομία περιήλθε σε ύφεση; Μα ασφαλώς λόγω των μέτρων δημοσιονομικής λιτότητος, που επέβαλαν ακριβώς αυτοί που σήμερα εμφανίζονται ότι ανησυχούν για την ασφάλεια των πιστώσεών τους. Κατά παράδοξο τρόπο, η Γερμανία, η μεγαλύτερη πιστώτρια χώρα στην Ευρώπη, είναι ταυτόχρονα και η ίδια που πρωτοστατεί στην επιβολή προγραμμάτων λιτότητος, περικοπής μισθών και δαπανών στις ευρωπαϊκές χώρες. Όμως, είναι σήμερα προφανές ότι όσο τα προγράμματα λιτότητος επιβάλλονται και εφαρμόζονται στην Ευρώπη, τόσο περισσότερο τα χρέη κινδυνεύουν να μείνουν απλήρωτα, είτε συνολικά είτε μερικά.

Τουλάχιστον το ΔΝΤ βλέπει και λίγο μακρύτερα από τη μύτη των Ευρωπαίων πιστωτών, συνιστώντας στις Γερμανία και Ολλανδία, πιστώτριες δυνάμεις, να αυξήσουν τις δαπάνες τους, προκειμένου να βοηθήσουν με αυτόν τον τρόπο τις οφειλέτριες χώρες, οι οποίες δεν διαθέτουν άλλη επιλογή από το να τις περιορίσουν. Όμως, ο Αμερικανός Νομπελίστας Τζόζεφ Στίγκλιτς παραμένει σαφέστερος όλων. Σε κάθε ευκαιρία, τονίζει ακούραστα ότι η γενίκευση της λιτότητος στην Ευρώπη καθιστά ανεπίλυτο το πρόβλημα του χρέους.
Όσο περισσότερο αδυνατίζουν οι οικονομικοί ρυθμοί, λόγω της λιτότητος, τόσο χαμηλότερα θα είναι τα δημόσια έσοδα και τόσο υψηλότερη η ανεργία, που σημαίνει ανώφελη σπατάλη παραγωγικών δυνατοτήτων.
Στις περιφερειακές χώρες της Ευρώπης, η ανεργία αναμένεται να φθάσει και να υπερβεί το 30%, πράγμα που υπονομεύει όχι μόνον την παραγωγική ικανότητα κάθε χώρας, αλλά και την πολιτική, κοινωνική και πολιτειακή σταθερότητά της. Οι χώρες υψηλής φερεγγυότητος, όπως Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία, θα όφειλαν να αυξήσουν τις δαπάνες τους στην εκπαίδευση, στις υποδομές, στην υγεία, στις τεχνολογίες, ώστε να απολαμβάνουν εισοδήματα ανώτερα από το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους τους. Έτσι, θα μπορέσουν να αυξήσουν την εσωτερική κατανάλωσή τους, ώστε να εισαγάγουν περισσότερα αγαθά από τους οφειλέτες εταίρους τους. Αυτό σημαίνει αυξημένη κοινοτική αλληλεγγύη και θα είναι οπωσδήποτε προς το συμφέρον των πιστωτών. Πρόκειται για ζήτημα όχι οικονομικής θεωρίας, αλλά για πολύ συγκεκριμένο και πρακτικό, που το καταλαβαίνει ακόμη και ο κοινός νους
Οι κυβερνήσεις απέδειξαν ότι είναι ικανές να «δια- σώζουν» τις Τράπεζες, επιρρίπτοντας το κόστος της «διάσωσής» στους φορολογούμενους και στους πολίτες, που δεν ευθύνονται διόλου για την κακή διαχείριση των πιστωτικών ιδρυμάτων. Όλες αυτές οι επιλογές, αμφιβόλου οικονομικής αποτελεσματικότητος, παρόλο που παραμένουν εκτεθειμένες ακόμη και στον κοινό νου, στην ουσία δεν αποτελούν τόσο οικονομικό πρόβλημα, όσο κυρίως πολιτικό.
Ακόμη κι αν οι οικονομικές επιλογές αποδεικνύο νται απρόσφορες σε σχέση με τους οικονομικούς στόχους τους, εάν πείθουν πολιτικά την κοινωνία, στοιχειοθετούν πολιτικό πρόβλημα και όχι τεχνοκρατικό.

Όμως ίσως, σε τελευταία ανάλυση, ακόμη και η ανορθολογική και αδιεξοδική επιλογή της λιτότητος ανταποκρίνεται σε κάποιο απώτερο και ανομολόγητο συμφέρον των πιστωτών: Όταν η οικονομία καταπέσει πλήρως θύμα της δημοσιονομικής καταστολής και οι τιμές καταρρεύσουν, τότε οι πιστωτές θα απωλέσουν βέβαια τη δυνατότητα εξαγωγής πλεονασμάτων από τις οφειλέτριες χώρες, όμως θα εξασφαλίσουν σε αντάλλαγμα κάτι: την αύξηση της αξίας των πιστώσεών τους, εάν αυτή μετράται με όρους πραγματικών αγαθών. Τότε και φυσικά μόνον τότε, οι πιστωτές θα χάσουν τα εμπορικά πλεονάσματα, αλλά θα μπορούν να εξαγοράζουν έναντι πινακίου φακής τις εμπράγματες «παράπλευρες» εγγυήσεις (collaterals), που έχουν ήδη δοθεί από τα κράτη κατά τη σύναψη των δανείων που σήμερα βρίσκονται σε εκκρεμότητα. 

H σημερινή λιτότητα μπορεί να μην υπακούει σε κάποια τρέχουσα οικονομική λογική, όμως προφανώς εγγράφεται σε εκείνη της αυριανής εξαγοράς στοιχείων του εθνικού και δημόσιου πλούτου, τη στιγμή που η οικονομία θα έχει καταρρεύσει και τα περιουσιακά στοιχεία της θα εκποιούνται σε συνθήκες εθνικής καταστροφής. Αυτό δεν ονομάζεται «πολιτική οικονομία», αλλά «οικονομία της λεηλασίας και της αρπαγής». 

Δεν υπάρχουν σχόλια: