Του ΜΑΝΟΛΗ Γ. ΔΡΕΤΤΑΚΗ*
Οι ρίζες όλων των σημερινών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα μας είναι η έκπτωση αξιών και η απαξίωση θεσμών στις οποίες πρωτοστατούσαν όλες οι κυβερνήσεις μετά τη Μεταπολίτευση (βλέπε, σχετικά, και το βιβλίο μας με αυτό τον τίτλο, που εκδόθηκε το 2005, το οποίο αναφέρεται στην περίοδο 1985-2005). Στο σύντομο αυτό άρθρο θα αναφερθούμε στη συνέχιση της απαξίωσης των θεσμών από τη σημερινή κυβέρνηση, και μάλιστα σε εντονότερους ρυθμούς σε σχέση με τις προκάτοχές της.
Οι ρίζες όλων των σημερινών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα μας είναι η έκπτωση αξιών και η απαξίωση θεσμών στις οποίες πρωτοστατούσαν όλες οι κυβερνήσεις μετά τη Μεταπολίτευση (βλέπε, σχετικά, και το βιβλίο μας με αυτό τον τίτλο, που εκδόθηκε το 2005, το οποίο αναφέρεται στην περίοδο 1985-2005). Στο σύντομο αυτό άρθρο θα αναφερθούμε στη συνέχιση της απαξίωσης των θεσμών από τη σημερινή κυβέρνηση, και μάλιστα σε εντονότερους ρυθμούς σε σχέση με τις προκάτοχές της.
Τα σοβαρότερα κρούσματα της πρακτικής της απαξίωσης των θεσμών από τη σημερινή κυβέρνηση είναι η με διάφορους τρόπους παραβίαση διατάξεων του Συντάγματος. Τα πιο πρόσφατα από αυτά είναι η ψήφιση των διαβόητων Μνημονίων με απλή πλειοψηφία του συνόλου των βουλευτών, βασικά, δηλαδή, με τους ψήφους (και μάλιστα όχι όλων) των βουλευτών του κυβερνώντος κόμματος, παρά το γεγονός ότι, με βάση τεκμηριωμένες γνωμοδοτήσεις καθηγητών του Συνταγματικού Δικαίου, τα Μνημόνια αυτά, εξαιτίας των δεσμεύσεων που αναλαμβάνει η χώρα μας έναντι των δανειστών της, θα έπρεπε να ψηφιστούν με πλειοψηφία τουλάχιστον των 3/5 του συνόλου (δηλαδή τουλάχιστον 180) βουλευτών.
Αδίστακτη, όμως, η κυβέρνηση, παραμερίζει τις επίσης τεκμηριωμένες γνώμες κορυφαίων συνταγματολόγων (εν ενεργεία, αλλά και των αειμνήστων δασκάλων τους) στην προώθηση και ψήφιση από τη Βουλή με συνοπτικές διαδικασίες ενός νομοσχεδίου για τα ΑΕΙ και ΤΕΙ της χώρας στο οποίο περιλαμβάνονται διατάξεις που παραβιάζουν καταφανώς το Σύνταγμα. Πως μπορεί η κυβέρνηση να απαιτεί από τους πρυτάνεις και καθηγητές των Ιδρυμάτων αυτών να εφαρμόσουν έναν τέτοιο νόμο, δηλαδή να κατηγορηθούν ότι με τις πράξεις τους παραβιάζουν το Σύνταγμα;
Σε ανακοινώσεις που έκανε ο αρμόδιος υπουργός για ένα νομοσχέδιο που αφορά τη διεξαγωγή δημοψηφισμάτων δήλωσε ότι, με την εξαίρεση δημοψηφίσματος που αφορά ψηφισμένο νομοσχέδιο, το αποτέλεσμα των δημοψηφισμάτων δεν θα είναι δεσμευτικό για την κυβέρνηση. Με μια τέτοια, όμως, διάταξη διακωμωδείται η έννοια του δημοψηφίσματος και απαξιώνεται τελείως η λαϊκή κυριαρχία, η οποία, με βάση το Σύνταγμα, αποτελεί το θεμέλιο του πολιτεύματος. Επιπλέον τίθενται το ερωτήματα: Για ποιο λόγο να γίνονται τέτοια δημοψηφίσματα; Δεν αντιλαμβάνεται η κυβέρνηση ότι δεν έχει το δικαίωμα, για καθαρά επικοινωνιακούς λόγους, να σπαταλά δημόσιους πόρους (ύψους 120 εκατ. ευρώ) σε χωρίς νόημα δημοψηφίσματα;
Πάγια τακτική όλων των κυβερνήσεων και των δύο κομμάτων εξουσίας είναι να αλλάζουν το εκλογικό σύστημα με το οποίο διεξάγονται οι βουλευτικές εκλογές στη χώρα μας προκειμένου να διασφαλίσουν τη διαιώνιση του δικομματισμού, ο οποίος έφερε τη χώρα στο χείλος του γκρεμού (στο οποίο, δυστυχώς, εξακολουθεί να «κρέμεται», παρά τις κενές περιεχομένου θριαμβολογίες της κυβέρνησης). Όλα αυτά τα εκλογικά συστήματα, με διάφορους τρόπους, πριμοδοτούν το πρώτο κόμμα, κλέβοντας έδρες που δικαιούνται τα άλλα κόμματα που μπαίνουν στη Βουλή ξεπερνώντας το όριο του 3%, καθώς και εκείνες που δικαιούνται τα κόμματα που δεν μπαίνουν στη Βουλή, έστω και αν υπολείπονται μόνο λίγες ψήφους από το όριο αυτό. Αυτή την πρακτική, που παραβιάζει κατάφωρα το Σύνταγμα, νοθεύοντας την εκφρασμένη βούληση του εκλογικού σώματος, σχεδιάζει να συνεχίσει η σημερινή κυβέρνηση με ένα εκλογικό σύστημα που νοθεύει το γερμανικό εκλογικό σύστημα με πριμοδότηση του πρώτου κόμματος προκειμένου να παραμείνει αλώβητος ο δικομματισμός.
Μέσα στο παραπάνω πλαίσιο η κυβέρνηση απαξιώνει ολοένα και περισσότερο τη Βουλή. Κάτω από την ασφυκτική πίεση των δανειστών μας έχει μετατρέψει την Εθνική Αντιπροσωπεία σε ιμάντα ψήφισης με συνοπτικές διαδικασίες (δηλαδή χωρίς ουσιαστική και σε βάθος συζήτηση) όχι μόνο των Μνημονίων, αλλά και των νόμων που υλοποιούν τις δεσμεύσεις που περιέχονται σ’ αυτά. Η απαξίωση αυτή της νομοθετικής εξουσίας φτάνει αυτό το καλοκαίρι στην κορύφωσή της με τη μέσα σε λιγότερο από δυο μήνες σχεδιαζόμενη ψήφιση 47 νομοσχεδίων! Τι είδους συζήτηση και επεξεργασία μπορεί να γίνει μέσα σε ένα τόσο σύντομο χρονικό διάστημα ενός τόσο μεγάλου αριθμού σοβαρών νομοσχεδίων; Πρόκειται, δυστυχώς, για τη χειρότερη εφαρμογή μιας απαράδεκτης πρακτικής που ασκούσαν, αλλά σε πολύ μικρότερη έκταση, και οι προηγούμενες κυβερνήσεις.
Η σημερινή, όμως, κυβέρνηση είναι η πρώτη μετά τη Μεταπολίτευση που έχει προχωρήσει στην πλήρη αυτο-απαξίωσή της! Είναι πράγματι γεγονός ότι για πρώτη φορά -σε εποχή λειτουργίας των κοινοβουλευτικών θεσμών- η εκτελεστική εξουσία έχει αυτοκαταργηθεί, εκτελώντας τις εντολές των δανειστών της χώρας, ισχυριζόμενη μάλιστα ότι διαπραγματεύεται με αυτούς, ενώ ουσιαστικά υπογράφει και εκτελεί ό,τι αυτοί έχουν προαποφασίσει. Αυτό γίνεται συνεχώς από τον Απρίλιο του 2010 με την υπογραφή και εφαρμογή του Μνημονίου Ι. Είναι πρώτη φορά που ξένοι απορρίπτουν νομοσχέδια τα οποία έχει ετοιμάσει εκλεγμένη κυβέρνηση, η οποία εξαναγκάζεται να τα τροποποιήσει σύμφωνα με τις εντολές τους. Είναι η πρώτη φορά που ελληνική κυβέρνηση επιτρέπει σε ξένους να εγκαθίστανται σε υπουργεία προκειμένου να ελέγχουν αν και κατά πόσο τηρούνται οι εντολές τους. Είναι η πρώτη φορά που ελληνική κυβέρνηση έχει μετατραπεί σε διεκπεραιωτή (δηλαδή υπάλληλο) των δανειστών της.
Είναι πασιφανές ότι αυτό που κυνικότατα τόλμησε να εκστομίσει ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, ότι πρέπει δηλαδή να εκχωρήσει η χώρα μας μέρος της εθνικής κυριαρχίας, το έχει ήδη πράξει, δυστυχώς, η σημερινή κυβέρνηση.
Τα καυτά ερωτήματα που βρίσκονται σήμερα στα χείλη ολόκληρου του ελληνικού λαού είναι: Μέχρι πού θα φτάσει αυτή η απαξίωση των θεσμών; Δεν αντιλαμβάνονται οι κυβερνώντες ότι παίζουν επικίνδυνο παιχνίδι που υπονομεύει τα θεμέλια της Δημοκρατίας; Δεν βλέπουν ότι αυτή η απαξίωση θεσμών σε συνδυασμό με τη στραγγαλιστική για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις οικονομική πολιτική που εφαρμόζουν κατ’ εντολή της τρόικας μπορεί να προκαλέσει ανεξέλεγκτη κοινωνική έκρηξη;
* Ο Μανόλης Γ. Δρεττάκης είναι τέως: αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου