«Στοιχειώνουν» τα χρηματιστήρια οι φόβοι για ύφεση «διπλού πάτου» μετά τα απογοητευτικά στοιχεία από τις ΗΠΑ – Με επαίνους προχωρά το ελληνικό πρόγραμμα, αλλά οι αγορές «βλέπουν» κατάρρευση το 2014 – Σε δεινή θέση το ελληνικό τραπεζικό σύστημα: μετ’ εμποδίων η προσπάθεια βελτίωσης αποτιμήσεων, εναγώνια αναζήτηση εταίρων στο εξωτερικό από μεγάλες τράπεζες
Τον… προαιώνιο κανόνα, ότι ανάκαμψη οικονομιών και αγορών δεν νοείται με την Αμερική «γονατισμένη», θυμούνται και πάλι οι διεθνείς διαχειριστές κεφαλαίων και στρέφονται στην ασφάλεια των κρατικών ομολόγων και του χρυσού, υπό το φόβο νέας θύελλας στα Χρηματιστήρια το φθινόπωρο. Την ίδια ώρα, απειλητικά σύννεφα σωρεύονται στον ορίζοντα εφαρμογής του ελληνικού προγράμματος σταθεροποίησης, ενώ οι Έλληνες τραπεζίτες προσκρούουν σε… τοίχο, στην προσπάθεια τεχνητής βελτίωσης των χρηματιστηριακών αποτιμήσεων των μετοχών τους και ορισμένοι αναζητούν με αγωνία εταίρους στο εξωτερικό, ενόψει του δυσκολότερου χειμώνα των τελευταίων δεκαετιών.
Τα απογοητευτικά στοιχεία για την αύξηση των επιδοτούμενων ανέργων στις ΗΠΑ, αλλά και η έκθεση σε ανάλογο κλίμα από την Fed της Φιλαδέλφειας για τη βιομηχανική δραστηριότητα ήλθαν να προστεθούν στις «γκρίζες» προβλέψεις της Fed, οδηγώντας πολλούς αναλυτές στο συμπέρασμα, ότι τα επόμενα τρίμηνα θα «ξεφουσκώσει» απότομα η ανάκαμψη τις αμερικανικής οικονομίας, χωρίς να αποκλείεται διολίσθηση σε αρνητικό ρυθμό ανάπτυξης για δεύτερη φορά την τελευταία διετία (ύφεση «διπλού πάτου»).
Οι αναλυτές φοβούνται, ότι και πάλι από την Αμερική μπορεί να προέλθει ένας γύρος παγκόσμιας κρίσης με αβέβαιη κατάληξη, καθώς η Ευρωζώνη παραμένει βυθισμένη στα προβλήματα υπερχρέωσης, αστάθειας του τραπεζικού συστήματος και ανισόρροπης ανάπτυξης πυρήνα και περιφέρειας. Στην Ιαπωνία, η κεντρική τράπεζα ανησυχεί για νέα «βουτιά» της οικονομικής δραστηριότητας, λόγω του ισχυρού γιεν, που έχει γίνει καταφύγιο για τους επενδυτές, και προετοιμάζει νέο κύκλο παρεμβάσεων νομισματικής χαλάρωσης. Την ίδια ώρα, η μεγάλη ελπίδα της παγκόσμιας οικονομίας, η ανάπτυξη της Κίνας, φαίνεται να «θολώνει», καθώς η διεθνής ζήτηση βιομηχανικών αγαθών εξασθενεί και η οικονομία παρουσιάζει έντονα συμπτώματα υπερθέρμανσης, παρότι οι βασικοί δείκτες παραμένουν θετικοί.
Αυτές οι εξελίξεις και οι ανησυχίες έχουν προκαλέσει νέες τάσεις αποστροφής προς τον κίνδυνο στους διεθνείς διαχειριστές, βυθίζοντας και πάλι τις χρηματιστηριακές αγορές στις δύο όχθες του Ατλαντικού, ενώ παραμένει σταθερά στο προσκήνιο η ανησυχία για τη σταθερότητα του διεθνούς τραπεζικού συστήματος, ιδιαίτερα της Ευρώπης, λόγω της συσσώρευσης τεράστιων χρεών, τοξικών στοιχείων ενεργητικού και της απροθυμίας των τραπεζών να εκτεθούν σε νέες χρηματοδοτήσεις του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα.
Ενδεικτικό της ανασφάλειας που επικρατεί, είναι ότι ο Άξελ Γουέμπερ, ισχυρός άνδρας της Μπούντεσμπανκ και πιθανότερος διάδοχος του Τρισέ το 2011, παρότι κατατάσσεται στα «γεράκια» της νομισματικής ιεραρχίας, δήλωσε καθαρά χθες, ότι η ΕΚΤ πρέπει να συνεχίσει να προσφέρει χωρίς περιορισμούς ρευστότητα στις τράπεζες και το 2011. Η δήλωση αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς αντανακλά τους φόβους της ΕΚΤ ιδιαίτερα για τραπεζικά συστήματα των χωρών της «ασθενούς» περιφέρειας της Ευρωζώνης, που παραμένουν εξαρτημένα σχεδόν σε απόλυτα βαθμό από τις ροές πιστώσεων της Φραγκφούρτης, καθώς αδυνατούν να λάβουν ρευστότητα από τη διατραπεζική.
Οι μόνιμα απαισιόδοξοι αναλυτές βλέπουν ότι τα περιθώρια «ενέσεων» στη διεθνή οικονομία από τους κρατικούς προϋπολογισμούς και τις κεντρικές τράπεζες αρχίζουν να στενεύουν επικίνδυνα και ουσιαστικά ο μόνος δρόμος που έχει μείνει ανοικτός για την έξοδο από την κρίση είναι και ο πιο επικίνδυνος: η προσφυγή σε ακόμη πιο ισχυρά «φάρμακα» νομισματικής πολιτικής, ουσιαστικά δηλαδή σε μορφές μαζικής εκτύπωσης νέου «λογιστικού» χρήματος, μπορεί να δίνει βραχυπρόθεσμα μια διέξοδο από τις τάσεις αποπληθωρισμού, αλλά στο μέλλον μπορεί να οδηγήσει σε κατάρρευση της αξιοπιστίας των νομισμάτων και υπερπληθωρισμό.
Τραπεζίτες υπό πίεση…
Σε αυτό το περιβάλλον, το φθινόπωρο βρίσκει την Σοφοκλέους σε αναζήτηση κατεύθυνσης, με σταθερό επίκεντρο του ενδιαφέροντος τον τραπεζικό κλάδο, όπου κυοφορούνται σημαντικές ανακατατάξεις, αλλά όλα δείχνουν ότι αυτή τη φορά η κυοφορία θα είναι αρκετά επώδυνη:
n Η προσπάθεια των… ηνωμένων τραπεζικών δυνάμεων Αθήνας και Λονδίνου για τεχνητή βελτίωση αποτιμήσεων των τραπεζικών μετοχών, ώστε να διευκολυνθούν τα deal και οι αυξήσεις κεφαλαίου από το φθινόπωρο, φαίνεται ότι θα είναι ατελέσφορη. Οι περιστασιακές ανοδικές αντιδράσεις των μετοχών δεν πείθουν, καθώς γίνονται με πολύ χαμηλό τζίρο και εμφανείς «βελτιωτικές» παρεμβάσεις «δυνατών χεριών», ενώ όλα τα στοιχεία για την πραγματική κατάσταση και οι βραχυπρόθεσμες προβλέψεις για τις τράπεζες εξακολουθούν να εμπνέουν περισσότερο ανησυχία, παρά αισιοδοξία.
n Την ίδια στιγμή, η τρόικα χαλάει τα σχέδια των τραπεζιτών για «γάμους» εσωτερικού, υποδεικνύοντας στρατηγικές συμμαχίες με ξένες τράπεζες, προκειμένου να εισέλθουν νέα κεφάλαια στο σύστημα. Σύμφωνα με πληροφορίες, τουλάχιστον μια μεγάλη τράπεζα της χώρας βρίσκεται σε στάδιο προχωρημένης διαπραγμάτευσης του βασικού μετόχου για πώληση με αντάλλαγμα μετοχές μεγάλου διεθνούς ομίλου, αλλά τίποτα δεν προδικάζει ότι τέτοιες συζητήσεις θα έχουν θετική κατάληξη για τις ελληνικές τράπεζες, καθώς στις σημερινές συνθήκες είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί κάτι περισσότερο από ετεροβαρείς συμφωνίες, όπου οι ξένοι τραπεζικοί όμιλοι θα έχουν το «πάνω χέρι» και θα επιβάλλουν υποτιμητικούς όρους –εξ ου και η φιλολογία των τραπεζικών στελεχών περί κινδύνων αφελληνισμού του συστήματος.
n Σε ό,τι αφορά την προσπάθεια της κυβέρνησης να «πυροδοτήσει» εξελίξεις στον κλάδο, με αφορμή την πρόταση Σάλλα και τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων για το μέλλον των κρατικών τραπεζών, όλα δείχνουν ότι έγινε κακή αρχή. Η κοινοπραξία ελληνικών χρηματιστηριακών εταιρειών, που με την καθοδήγηση του ΣΜΕΧΑ διεκδικούν δίκαια ένα ρόλο συμβούλου του Δημοσίου δίπλα στους ξένους συμβούλους που θα προσληφθούν, υποστηρίζει με βάσιμα επιχειρήματα ότι είναι αντίθετη στους κανόνες του ευρωπαϊκού δικαίου η αδιαφανής διαδικασία απευθείας ανάθεσης (στην Deutsche Bank, την HSBCκαι την Lazard), την οποία εμφανώς το υπουργείο Οικονομικών επέλεξε για να «γλυκάνει» τρεις ισχυρούς παράγοντες των διεθνών κεφαλαιαγορών και να διευκολύνει τη διαδικασία επιστροφής της χώρας στις αγορές για δανεισμό. Έτσι, η διαδικασία ανακοίνωσης των ονομάτων των επιλεγέντων συμβούλων «πάγωσε» και την προηγούμενη εβδομάδα και αναμένεται να τελειώσει την επόμενη.
Το ερώτημα πλέον είναι αν αυτή διαδικασία προσανατολισμού του Δημοσίου σε ένα νέο ρόλο στο τραπεζικό σύστημα θα οδηγήσει σε μια ανοικτή διαδικασία εκποίησης κρατικών τραπεζών ή σε μια συγχώνευση κρατικών δυνάμεων (πρόταση Πανταλάκη) για τη δημιουργία μιας νέας μεγάλης δημόσιας τράπεζας.
Πάντως, στις διεθνείς αγορές η προσπάθεια δημοσιονομικής σταθεροποίησης και ανάταξης του τραπεζικού συστήματος δεν πείθει ότι μπορεί να οδηγήσει τη χώρα σε διέξοδο από την κρίση. Η Κομισιόν επαίνεσε την κυβέρνηση για την προσπάθεια της και ενέκρινε τη χορήγηση της δεύτερης δόσης του διεθνούς δανείου, επισημαίνοντας όμως ιδιαίτερα τις υστερήσεις στα έσοδα, τα «κρυφά» ελλείμματα του ευρύτερου δημόσιου τομέα και τους κινδύνους για το τραπεζικό σύστημα.
Αυτή η θετική εξέλιξη ουδόλως επηρέασε τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων στη δευτερογενή αγορά, ενώ η «πτήση» τους κοντά στο 12% για τίτλους που λήγουν το 2014, όταν δηλαδή θα έχει σταματήσει η διεθνής στήριξη της χώρας, εκτιμάται ότι παραπέμπει στην πρόβλεψη των περισσότερων διαχειριστών, ότι η Ελλάδα, ακόμη και αν πετύχει τους στόχους του προγράμματος, θα είναι αδύνατο να εξυπηρετήσει χωρίς άλλη βοήθεια ή αναδιάρθρωση χρέους ένα χρέος που θα έχει εκτιναχθεί στα 380 δις. ευρώ το 2014…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου