Η ΣΤΕΊΡΙΔΑ ΚΑΙ ΤΟ ΣΤΕΊΡΙ ΣΤΟ WORDPRESS.COM

Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2012

«Παραλειπόμενα» της συζήτησης για την κρίση.

ΤΗΣ ΝΤΙΝΑΣ ΒΑΪΟΥ*
Σχεδόν δύο χρόνια από την προσφυγή της Ελλάδας στο ΔΝΤ, είναι φανερό ακόμη και σε μη ειδικούς ότι τα αλλεπάλληλα μνημόνια, συμφωνίες και εφαρμοστικοί νόμοι δεν αποτελούν κατάλληλα εργαλεία για την αντιμετώπιση της πολύπλευρης κρίσης. Αντίθετα, όπως έχει συχνά επισημανθεί και από τις σελίδες της Αυγής και της Εποχής, τα νεοφιλελεύθερης έμπνευσης μέτρα ενισχύουν έναν φαύλο κύκλο αυξανόμενης ανεργίας και πληθωρισμού, μειούμενων φορολογικών εσόδων και βαθιάς ύφεσης.
Όμως, η έμφαση στις μακρο-οικονομικές παραμέτρους έχει διαγράψει σχεδόν από το πεδίο της δημόσιας συζήτησης, και της αριστερής, το γεγονός ότι οι επιπτώσεις των κυβερνητικών μέτρων και πολιτικών κατανέμονται πολύ άνισα, καθώς εγγράφονται σε ανισότητες που προϋπήρχαν της κρίσης: ανισότητες μεταξύ περιοχών, μεταξύ γυναικών και ανδρών, ντόπιων και μεταναστών, μεγάλων και μικρών εργοδοτών, μόνιμα και επισφαλώς εργαζομένων - και, κυρίως, συνδυασμών των παραπάνω.

Διακινδυνεύοντας αρκετή δόση (στρατηγικής) ουσιοκρατίας, εστιάζω στη συνέχεια σε ορισμένα «παραλειπόμενα» της συζήτησης για την κρίση που αφορούν τους σύνθετους και συνήθως αθέατους τρόπους με τους οποίους η κρίση πλήττει τις γυναίκες. Πρόκειται για ένα θέμα που μοιάζει να αποτελεί ταμπού, καθώς θεωρείται ότι αναφέρεται σε κάποιο «ειδικό» (δηλαδή λιγότερο σημαντικό) ζήτημα και ίσως μας... αποσπά από το κυρίως πρόβλημα. Εξαίρεση εδώ αποτελεί η ανεργία, ιδιαίτερα των νέων γυναικών.

Όμως η απώλεια της αμειβόμενης εργασίας και η επισφάλεια ή η επιδείνωση των συνθηκών εργασίας κινητοποιεί κρίσεις σε πολλαπλά πεδία της καθημερινής ζωής, κρίσεις που, μεταξύ άλλων, συμβάλλουν σε επαναπροσδιορισμούς των έμφυλων σχέσεων και συχνά ενισχύουν την ανοχή της κοινωνίας στις ανισότητες και διακρίσεις σε βάρος των γυναικών. Η κατεδάφιση των κοινωνικών υπηρεσιών, για παράδειγμα, πλήττει ιδιαίτερα τις γυναίκες με τουλάχιστον δύο τρόπους: ως εργαζόμενες στις κοινωνικές υπηρεσίες, όπου αποτελούν την πλειονότητα των εργαζομένων, και ως αποδέκτριες των υπηρεσιών αυτών, για τις ίδιες ή/και για άλλα μέλη του νοικοκυριού. Στο πλαίσιο αυτό, η φροντίδα και η οικιακή εργασία γίνεται πιο επαχθής και απαιτεί περισσότερο χρόνο και εργασία, αλλά και η δυνατότητα αναζήτησης αμειβόμενης εργασίας (επισφαλούς ή μη) γίνεται ακόμη πιο δύσκολη έως ανέφικτη.

Ταυτόχρονα, η μείωση των εισοδημάτων και η αύξηση του κόστους ζωής, η εκπτώχευση δηλαδή μεγάλου αριθμού νοικοκυριών, δεν επιτρέπει την αγορά υπηρεσιών φροντίδας. Η αδυναμία αυτή, αφ’ ενός πλήττει «άλλες» γυναίκες, κυρίως μετανάστριες, που εργάζονταν μαζικά τα τελευταία 20 χρόνια στους τομείς αυτούς. Αφ’ ετέρου, καθώς μέχρι τώρα δεν έχει καταγραφεί κάποια στροφή των ανδρών στο μοίρασμα αυτής της αθέατης εργασίας, ακόμη και όταν οι ίδιοι είναι άνεργοι, η κρίση επαναφέρει με πιο δυσμενείς όρους την ανάγκη για μια νοικοκυρά πλήρους απασχόλησης σε κάθε σπίτι. Οι ανασφάλειες που δημιουργεί η κρίση αναζητούν διεξόδους σε περισσότερο συντηρητικές συμπεριφορές και κατά φύλο καταμερισμούς εργασίας, ακυρώνοντας στην πράξη παλιότερες κατακτήσεις του γυναικείου κινήματος, αλλά και πιο προσωπικές διευθετήσεις έμφυλων σχέσεων. Δεν είναι σπάνιο στις μέρες μας τέτοιες εξελίξεις να συνοδεύονται και από ανάλογες θεσμικές αλλαγές, που συχνά περνούν απαρατήρητες, σχεδόν σαν «φυσικές».

Τα πιο πάνω «παραλειπόμενα» της κρίσης, μακριά από το να αποτελούν θέματα δευτερεύοντα ή λιγότερο σημαντικά, έχουν μεγάλη σημασία για την καθημερινή επιβίωση μέσα στις καταιγίδες των μνημονίων, καθώς και για τη συγκρότηση αριστερών σχεδίων και προοπτικής διεξόδου και για την καλλιέργεια αξιών συνύπαρξης και πρακτικών αλληλεγγύης. Γιατί, παρά την κρίση, δεν σταματάει η καθημερινή ζωή και ο αγώνας για επιβίωση, ούτε μειώνονται, το αντίθετο μάλλον, οι ανάγκες για φροντίδα και στήριξη, με υλικούς και όχι μόνο όρους. Ο μόχθος που απαιτείται για την κάλυψη αυτών των αναγκών έχει έντονα έμφυλο πρόσημο του, οποίου η αναγνώριση αποτελεί υποθήκη για την ποιότητα των ζητούμενων αριστερών διεξόδων.

* H Ντίνα Βαΐου είναι καθηγήτρια στο ΕΜΠ
πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια: